Στις 9 Σεπτεμβρίου, η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή εναντίον στελεχών της Χαμάς στο Κατάρ φάνταζε σαν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο μιας διαδικασίας που ήδη ψυχορραγούσε.
Παραβίαση κυριαρχίας συμμάχου των ΗΠΑ, κίνδυνος περιφερειακής ανάφλεξης, διπλωματία σε ερείπια.
Κι όμως, ακριβώς εκείνο το σπάσιμο των κανόνων έγινε καταλύτης: ώθησε τον Ντόναλντ Τραμπ στο να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία, επισπεύδοντας μια συμφωνία που —αν εφαρμοστεί— υπόσχεται την απελευθέρωση όλων των ομήρων, την αναδιάταξη των ισραηλινών δυνάμεων και την είσοδο μαζικής ανθρωπιστικής βοήθειας.
Είναι η πρώτη ορατή έξοδος από έναν πόλεμο που στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες Παλαιστινίους και βύθισε το Ισραήλ στη βαθύτερη υπαρξιακή του κρίση εδώ και γενιές.
Μέση Ανατολή: Ο ηγέτης της Χαμάς στη Γάζα, Χαλίλ αλ Χάγια, ανακοίνωσε το τέλος του πολέμου
Από την παραβίαση στη «στροφή»: πώς αλλάζει η τροχιά
Η επίθεση στη Ντόχα εξόργισε τους Άραβες εταίρους, έφερε το Κατάρ σε αμυντική στάση και απείλησε να ακυρώσει κάθε γέφυρα με τη Χαμάς. Παραδόξως, αυτό ακριβώς έδωσε στον Τραμπ το πολιτικό και ηθικό έρεισμα να σκληρύνει τη γραμμή προς την Ιερουσαλήμ.
Το τελεσίγραφό του προς τον Μπενιαμίν Νετανιάχου —ότι «ο πόλεμος πρέπει να τελειώσει»— δεν ήταν απλώς επικοινωνιακός βρυχηθμός· στηρίχθηκε σε μια σχέση ιδιότυπης εμπιστοσύνης και αλληλεξάρτησης που είχε χτιστεί την προηγούμενη τετραετία.
Ο Τραμπ είχε δώσει στο Ισραήλ πολιτικό οξυγόνο (πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ, θέση για εποικισμούς, στρατιωτική κάλυψη έναντι του Ιράν). Αυτό του επέτρεψε, την κρίσιμη στιγμή, να απαιτήσει ανταλλάγματα.
Η προσωπική διπλωματία και οι «δύο πίνακες»
Σε δημόσιο επίπεδο, Τραμπ και Νετανιάχου κράτησαν τη γλώσσα της ενότητας. Στο παρασκήνιο, όμως, η πίεση ήταν ασυνήθιστα ωμή. Ο Στιβ Γουίτκοφ, διαπραγματευτής του Λευκού Οίκου, φέρεται να «στρίμωξε» το ισραηλινό επιτελείο ήδη από τα τέλη του 2024 για προσωρινή εκεχειρία με αντάλλαγμα ομήρους.
Παράλληλα, ο Τραμπ ενεργοποίησε τις δικές του, διαχρονικές, γέφυρες προς τα κράτη του Κόλπου: Άμπου Ντάμπι, Ριάντ, Ντόχα. Οι Άραβες ηγέτες —που είχαν φτάσει να καταδικάζουν ανοιχτά τη Χαμάς για τις 7 Οκτωβρίου— έδωσαν πολιτική κάλυψη σε ένα σχέδιο που θυμίζει περισσότερο «ρεαλιστικό πλαίσιο εφαρμογής» παρά μεγαλεπήβολο όραμα.
Έτσι στήθηκαν δύο παράλληλοι πίνακες: πίεση προς το Ισραήλ για υποχώρηση και αποδοχή «οδικού χάρτη», πίεση προς τη Χαμάς για ολική ανταλλαγή ομήρων και de-facto απώλεια της διοίκησης στη Γάζα.
Τι προβλέπει το πλαίσιο: οι κρίκοι της πρώτης φάσης
Η «συμφωνία των 20 σημείων» είναι, στην πρώτη της φάση, ωμά λειτουργική. Κατάπαυση του πυρός με άμεση ισχύ, απόσυρση των ισραηλινών σε καθορισμένη γραμμή που αφήνει υπό έλεγχο περίπου τον μισό θύλακο, τριήμερο «ρολόι» για την απελευθέρωση των επιζώντων ομήρων, με σταδιακή επιστροφή σορών.
Σε αντιστάθμισμα, απελευθέρωση χιλιάδων Παλαιστινίων κρατουμένων. Η ανθρωπιστική ροή κλιμακώνεται από 400 προς 600 φορτηγά/ημέρα, ενώ εγκαθίσταται μικρή πολυεθνική δύναμη επιτήρησης υπό αμερικανική εποπτία, με συμμετοχές από Αίγυπτο, Κατάρ, Τουρκία και ΗΑΕ.
Στον πολιτικό άξονα, ένα μεταβατικό σχήμα Παλαιστινίων τεχνοκρατών αναλαμβάνει προσωρινά, υπό την επιτροπεία ενός «Board of Peace» με επικεφαλής τον Αμερικανό πρόεδρο και διεθνείς προσωπικότητες. Η επόμενη ημέρα προβλέπει ανασυγκρότηση, με χρηματοδοτικό σκελετό που φιλοδοξεί να συντονίσει αραβικά κεφάλαια και δυτικούς θεσμούς.
Τα τρία μεγάλα αγκάθια: χρονοδιάγραμμα, αφοπλισμός, διακυβέρνηση
- Πρώτον, το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης: οι τρεις ζώνες (53% → 40% → 15%) αφήνουν ερμηνείες για το πότε και υπό ποιες συνθήκες θα υπάρξει πλήρης ισραηλινή αποχώρηση. Η ασάφεια μπορεί να αποδειχθεί είτε χρήσιμη γέφυρα είτε βόμβα καθυστέρησης.
- Δεύτερον, ο αφοπλισμός της Χαμάς: ακόμη κι αν δεχθεί να παραδώσει υποδομές και βαρύ οπλισμό, το «βαθύ δίκτυο» και οι πυρήνες καταστολής μπορούν να υπονομεύσουν την ασφάλεια με χαμηλής έντασης επιθέσεις. Χωρίς ξεκάθαρο μηχανισμό επιτήρησης/κυρώσεων, η συμφωνία κινδυνεύει να γίνει κενό γράμμα.
- Τρίτον, το ποιος διοικεί: ο Νετανιάχου αντιστέκεται στην πλήρη επαναφορά της Παλαιστινιακής Αρχής, η Χαμάς δεν παραδέχεται δημόσια την αποπομπή της, οι τεχνοκράτες χρειάζονται νομιμοποίηση επί του πεδίου και χρήματα για να πληρώσουν μισθούς, ρεύμα, νερό. Χωρίς γρήγορη σύσταση και αναγνώριση του μεταβατικού σχήματος, το κενό εξουσίας θα γεννήσει χάος.
Ευρώπη και Κόλπος: ο ασυνήθιστος συνασπισμός
Σημαντική διαφορά από προηγούμενες απόπειρες είναι η ευρωαραβική σύγκλιση. Ο Εμανουέλ Μακρόν ανέλαβε πολιτικό ρίσκο, προωθώντας γραμμή που επαναφέρει —έστω αόριστα— την προοπτική παλαιστινιακού κράτους.
Οι Σαουδάραβες λειτούργησαν ως βαρόμετρο: ναι στην ανοικοδόμηση, όχι σε de-jure νομιμοποίηση της Χαμάς.
Αυτό το μπλοκ, σε συνδυασμό με τον πραγματισμό του Τραμπ, δημιούργησε την αίσθηση ότι κανείς δεν έχει συμφέρον να τινάξει τη συμφωνία: οι Άραβες γιατί αναλαμβάνουν ρόλο παρόχου ασφάλειας/χρηματοδότη, η Ευρώπη γιατί αίρει τον κίνδυνο νέων προσφυγικών/ασφαλείας κυμάτων, οι ΗΠΑ γιατί κλείνουν ένα μέτωπο που απομυζά ισχύ και προσοχή.
Οι «πρώτες 72 ώρες»
Οι πρώτες τρεις ημέρες θα λειτουργήσουν ως τεστ αξιοπιστίας. Εφόσον οι απελευθερώσεις γίνουν αθόρυβα, με την Ερυθρά Ημισέληνο/Ερυθρό Σταυρό στην πρώτη γραμμή, χωρίς «παρελάσεις» ενόπλων, το σήμα προς την ισραηλινή κοινή γνώμη θα είναι ότι «η συμφωνία λειτουργεί».
Αντιστρόφως, μία μόνον επίθεση ρουτίνας ή ένα επικοινωνιακό σόου της Χαμάς μπορεί να ξεχειλώσει τις σκληρές πτέρυγες στο Ισραήλ και να υπονομεύσει την πολιτική αντοχή της εκεχειρίας.
Στον άξονα του Λιβάνου, η αποτροπή αναζωπύρωσης είναι εξίσου κρίσιμη: η συμφωνία θα επιβιώσει μόνο αν οι «παράπλευρες» γραμμές πυρός μείνουν κλειστές.
Τραμπ: ανορθόδοξος δρόμος, συμβατικό αποτέλεσμα
Ο Τραμπ σπάνια ακολουθεί εγχειρίδια. Από τις απειλές «εξάλειψης» έως την ιδέα «Γάζα-Ριβιέρα», το στιλ του προκαλεί. Κι όμως, το αποτέλεσμα της πρώτης φάσης είναι αναπάντεχα συμβατικό: κατάπαυση, ανταλλαγές, επιτήρηση, μεταβατική διοίκηση, ανοικοδόμηση.
Είναι μια συμφωνία που —ως προς τη δομή— θα μπορούσε να είχε βγει από οποιοδήποτε δυτικό think tank.
Η διαφορά είναι ότι ήρθε: γιατί συνδυάστηκαν πίεση, κίνητρα και προθεσμίες. Θα μείνει; Αυτό θα κριθεί από την επιμελή, σχεδόν «τεχνοκρατική» εφαρμογή της, όχι από την επικοινωνία.
Το πολιτικό αποτύπωμα και το «ηθικό κόστος»
Για τον Τραμπ, πρόκειται για την πιο ισχυρή διπλωματική στιγμή της δεύτερης θητείας του — ένα επίτευγμα που διεκδικούσε ο Μπάιντεν χωρίς να προλάβει να ωριμάσει.
Για το Ισραήλ, είναι μια οδυνηρή αλλά αναγκαία υποχώρηση από το δόγμα της «ολικής συντριβής», με στόχο να κερδηθεί χρόνος και να ανακτηθεί στρατηγική πρωτοβουλία.
Για τους Παλαιστινίους, είναι η πρώτη χαραμάδα ανάσας μετά από δύο χρόνια ανελέητης καταστροφής· μια ευκαιρία να οργανωθούν θεσμικά, με διεθνή στήριξη, χωρίς τη Χαμάς ως de-facto διοίκηση.
Το ηθικό κόστος του πολέμου δεν σβήνει, αλλά η πολιτική υποχρέωση είναι να περιοριστεί ο πόνος των ζωντανών.
Ευκαιρία με ρήτρες
Η «συμφωνία της Γάζας» δεν είναι τελική ειρήνη. Είναι ένα παράθυρο εφαρμοσιμότητας με σαφείς, μετρήσιμους δείκτες: ομήρους, γραμμές αποχώρησης, φορτηγά βοήθειας, μηχανισμό επιτήρησης, συγκρότηση μεταβατικής διοίκησης.
Αν οι δείκτες αυτοί κινηθούν όπως προβλέπεται, τότε το «αδύνατο» θα αρχίσει να μοιάζει πιθανό: σταθεροποίηση, ανοικοδόμηση, μια ρεαλιστική συζήτηση για το καθεστώς της Γάζας και —ίσως— επανεκκίνηση της πολιτικής διαδικασίας.
Αν όχι, η ιστορία θα καταγράψει ακόμη μία απόπειρα που κατέρρευσε από υπερβολικές προσδοκίες και ανεπαρκή εκτέλεση. Προς το παρόν, όμως, για πρώτη φορά εδώ και πολλούς μήνες, υπάρχει σχέδιο — και μια συμμαχία πρόθυμη να το στηρίξει.
Νατάσα Στασινού • naftemporiki.gr